Λίγες μέρες μετά την συμφωνία της 21ης Ιουλίου έγραφα
Άρθρο στην Ημερησία 30 Ιουλίου 2011
Ομολογώ πως δεν συμμερίζομαι την ευφορία διαφόρων Ευρωπαίων αλλά και
Ελλήνων πολιτικών και αρθρογράφων σχετικά με το τι επετεύχθη στις 21
Ιουλίου. Οι αμφιβολίες μου στηρίζονται στην χρηματοοικονομική αριθμητική
του νέου πακέτου, στη δυναμική του χρέους που είναι εκρηκτική και λέει
ακριβώς τα αντίθετα, αλλά και στο τελικό ισοζύγιο, δηλαδή τι κερδίζουμε
και τι χάνουμε σε βάθος χρόνου.
Η Ελλάδα πάσχει από πρόβλημα φερεγγυότητας και όχι ρευστότητας. Το
χρέος των 350 δισ. (σύντομα 400 δισ.) βρίσκεται κατά 70% σε ξένους
επενδυτές και θα ξεπεράσει το 160% του ΑΕΠ. Επιμηκύνοντας και
μετακυλίοντας το χρέος μας βελτιώνουμε μεν τη ρευστότητα, αλλά τα
προβλήματα θα τα βρούμε μπροστά μας και θα αναγκαστούμε να κάνουμε ξανά
αναδιάταξη του χρέους, που όμως θα γίνει με πολύ σκληρότερους όρους,
αφού μέσω της διαδικασίας που ακολουθείται αντικαθιστούμε το ελληνικό
δίκαιο με αγγλικό στα δάνειά μας. Σε μερικά χρόνια (είναι 30ετή τα νέα
δάνεια) θα διαπραγματεύονται στην ελεύθερη αγορά και κανένας δεν θα
μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να αγοραστούν από κερδοσκοπικά
κεφάλαια που θα μπορούν να καταφεύγουν σε διεθνή δικαστήρια για να
πάρουν πίσω τα λεφτά τους, αν υπάρχουν διαμάχες. Έχουμε παραδείγματα στο
πρόσφατο παρελθόν τέτοιων κατασχέσεων και δικαστικών περιπετειών άλλων
χωρών.
Η σχέση της Ελλάδας με την Ένωση δεν είναι πλέον σχέση ισοδύναμου εταίρου αλλά σχέση πιστωτή και δανειζόμενου.
Δεν είναι σωστό αυτό που διατυπώνεται από πολλούς, ότι με την συμφωνία μειώθηκε το χρέος. Από τα 109 δισ. που μας δίνουνε, τα 34 δισ. πάνε για αποπληρωμή ομολόγων που λήγουν, άρα ούτε αυξάνεται ούτε μειώνεται το χρέος, τα 20 δισ. θα αγοράσουν ομόλογα ονομαστικής αξίας 32 δισ. άρα μειώνουμε το χρέος κατά 12 δισ. Όμως, ταυτοχρόνως παίρνουμε καινούργια δάνεια 36 δισ. για να αγοράσουμε ασφαλή 30ετή μηδενικού κουπονιού ομόλογα που θα δώσουμε σε αυτούς που θα κάνουν την μετακύλιση και 20 δισ. νέα δάνεια για να τα δώσουμε στις τράπεζες ως κεφάλαια. Το αριθμητικό συμπέρασμα είναι ότι το συνολικό χρέος αυξάνεται κατά 44 δισ. περίπου. Δηλαδή πάμε κοντά στα 400 δισ. χρέος έστω και αν αύριο μηδενίζαμε το έλλειμμά μας, πράγμα απίθανο. Επιπροσθέτως θα πρέπει να πληρώνουμε το κουπόνι στα μετακυλισμένα ομόλογα 5,5% - 6,2% ή περί τα 7 δισ. το χρόνο. Το θετικό στοιχείο είναι ότι μας δίνεται περίοδος χάριτος 10 ετών με ένα πολύ καλό επιτόκιο 3,5%.
Η θετική, όμως, αυτή παράμετρος αναιρείται από τον παρακάτω υπολογισμό.
Η Ελλάδα πρέπει να έχει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3% το χρόνο για 10 χρόνια, με ταυτόχρονη ανάπτυξη 6% (πληθωρισμός 3% και πραγματική ανάπτυξη 3%) για τα επόμενα 10 χρόνια για να φτάσουμε το 2024 να έχουμε 100% του ΑΕΠ χρέος. Οι πιθανότητες αυτού του σεναρίου, ας είμαστε ρεαλιστές, είναι μηδαμινές ό,τι και να λένε οι πολιτικοί μας.
Οι ελληνικές τράπεζες δεν είχαν την επιλογή ή την πολυτέλεια να μην αγοράσουν ελληνικά ομόλογα όντας τοπικές τράπεζες. Δεν πρέπει να συμμετάσχουν στην μετακύλιση, αλλά πρέπει να διαφυλάξουν το ενεργητικό τους για να δώσουν ώθηση στην ελληνική οικονομία. Αντί αυτού υποχρεώνονται να κλειδώσουν ενεργητικό σε 30ετή ομόλογα. Για την Ελλάδα είναι σημαντική απώλεια αφού αντιπροσωπεύουν το 20% του συνολικού ενεργητικού ενώ στις χώρες της Ευρώπης είναι αμελητέο ποσοστό.
Τι ακριβώς καταφέραμε λοιπόν με αυτό το δήθεν πακέτο σωτηρίας; Δεν αγόρασε η Ελλάδα χρόνο αλλά οι Ευρωπαίοι και Έλληνες πολιτικοί. Συμμερίζομαι λοιπόν πλήρως την ευφορία των πολιτικών αλλά όχι τους λόγους τους. Είναι πακέτο επιβίωσης του χρέους και των πολιτικών και όχι της Ελλάδας. Η Ελλάδα, είτε το θέλουμε είτε όχι, γίνεται η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που χάνει σημαντικά χαρακτηριστικά εθνικής κυριαρχίας, στο βωμό του χρέους. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει στις αγορές για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και θα εξαρτάται πλήρως από τη διάθεση των εταίρων-πιστωτών μας. Δεν σκοτώσαμε το τέρας του χρέους, απλώς το κοιμίσαμε για λίγο καιρό. Κανένας δεν θα δανείσει όταν είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι θα ξαναγίνει αναδιάρθρωση (ίσως και περισσότερες από μια) με μεγάλη απομείωση κεφαλαίου για να καταστεί το χρέος βιώσιμο. Δεν βάλαμε πάτο στο βαρέλι, απλώς επιμηκύναμε το βαρέλι.
Άρθρο στην Ημερησία 30 Ιουλίου 2011
Ομολογώ πως δεν συμμερίζομαι την ευφορία διαφόρων Ευρωπαίων αλλά και
Ελλήνων πολιτικών και αρθρογράφων σχετικά με το τι επετεύχθη στις 21
Ιουλίου. Οι αμφιβολίες μου στηρίζονται στην χρηματοοικονομική αριθμητική
του νέου πακέτου, στη δυναμική του χρέους που είναι εκρηκτική και λέει
ακριβώς τα αντίθετα, αλλά και στο τελικό ισοζύγιο, δηλαδή τι κερδίζουμε
και τι χάνουμε σε βάθος χρόνου.
Η Ελλάδα πάσχει από πρόβλημα φερεγγυότητας και όχι ρευστότητας. Το
χρέος των 350 δισ. (σύντομα 400 δισ.) βρίσκεται κατά 70% σε ξένους
επενδυτές και θα ξεπεράσει το 160% του ΑΕΠ. Επιμηκύνοντας και
μετακυλίοντας το χρέος μας βελτιώνουμε μεν τη ρευστότητα, αλλά τα
προβλήματα θα τα βρούμε μπροστά μας και θα αναγκαστούμε να κάνουμε ξανά
αναδιάταξη του χρέους, που όμως θα γίνει με πολύ σκληρότερους όρους,
αφού μέσω της διαδικασίας που ακολουθείται αντικαθιστούμε το ελληνικό
δίκαιο με αγγλικό στα δάνειά μας. Σε μερικά χρόνια (είναι 30ετή τα νέα
δάνεια) θα διαπραγματεύονται στην ελεύθερη αγορά και κανένας δεν θα
μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να αγοραστούν από κερδοσκοπικά
κεφάλαια που θα μπορούν να καταφεύγουν σε διεθνή δικαστήρια για να
πάρουν πίσω τα λεφτά τους, αν υπάρχουν διαμάχες. Έχουμε παραδείγματα στο
πρόσφατο παρελθόν τέτοιων κατασχέσεων και δικαστικών περιπετειών άλλων
χωρών.Η σχέση της Ελλάδας με την Ένωση δεν είναι πλέον σχέση ισοδύναμου εταίρου αλλά σχέση πιστωτή και δανειζόμενου.
Δεν είναι σωστό αυτό που διατυπώνεται από πολλούς, ότι με την συμφωνία μειώθηκε το χρέος. Από τα 109 δισ. που μας δίνουνε, τα 34 δισ. πάνε για αποπληρωμή ομολόγων που λήγουν, άρα ούτε αυξάνεται ούτε μειώνεται το χρέος, τα 20 δισ. θα αγοράσουν ομόλογα ονομαστικής αξίας 32 δισ. άρα μειώνουμε το χρέος κατά 12 δισ. Όμως, ταυτοχρόνως παίρνουμε καινούργια δάνεια 36 δισ. για να αγοράσουμε ασφαλή 30ετή μηδενικού κουπονιού ομόλογα που θα δώσουμε σε αυτούς που θα κάνουν την μετακύλιση και 20 δισ. νέα δάνεια για να τα δώσουμε στις τράπεζες ως κεφάλαια. Το αριθμητικό συμπέρασμα είναι ότι το συνολικό χρέος αυξάνεται κατά 44 δισ. περίπου. Δηλαδή πάμε κοντά στα 400 δισ. χρέος έστω και αν αύριο μηδενίζαμε το έλλειμμά μας, πράγμα απίθανο. Επιπροσθέτως θα πρέπει να πληρώνουμε το κουπόνι στα μετακυλισμένα ομόλογα 5,5% - 6,2% ή περί τα 7 δισ. το χρόνο. Το θετικό στοιχείο είναι ότι μας δίνεται περίοδος χάριτος 10 ετών με ένα πολύ καλό επιτόκιο 3,5%.
Η θετική, όμως, αυτή παράμετρος αναιρείται από τον παρακάτω υπολογισμό.
Η Ελλάδα πρέπει να έχει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3% το χρόνο για 10 χρόνια, με ταυτόχρονη ανάπτυξη 6% (πληθωρισμός 3% και πραγματική ανάπτυξη 3%) για τα επόμενα 10 χρόνια για να φτάσουμε το 2024 να έχουμε 100% του ΑΕΠ χρέος. Οι πιθανότητες αυτού του σεναρίου, ας είμαστε ρεαλιστές, είναι μηδαμινές ό,τι και να λένε οι πολιτικοί μας.
Οι ελληνικές τράπεζες δεν είχαν την επιλογή ή την πολυτέλεια να μην αγοράσουν ελληνικά ομόλογα όντας τοπικές τράπεζες. Δεν πρέπει να συμμετάσχουν στην μετακύλιση, αλλά πρέπει να διαφυλάξουν το ενεργητικό τους για να δώσουν ώθηση στην ελληνική οικονομία. Αντί αυτού υποχρεώνονται να κλειδώσουν ενεργητικό σε 30ετή ομόλογα. Για την Ελλάδα είναι σημαντική απώλεια αφού αντιπροσωπεύουν το 20% του συνολικού ενεργητικού ενώ στις χώρες της Ευρώπης είναι αμελητέο ποσοστό.
Τι ακριβώς καταφέραμε λοιπόν με αυτό το δήθεν πακέτο σωτηρίας; Δεν αγόρασε η Ελλάδα χρόνο αλλά οι Ευρωπαίοι και Έλληνες πολιτικοί. Συμμερίζομαι λοιπόν πλήρως την ευφορία των πολιτικών αλλά όχι τους λόγους τους. Είναι πακέτο επιβίωσης του χρέους και των πολιτικών και όχι της Ελλάδας. Η Ελλάδα, είτε το θέλουμε είτε όχι, γίνεται η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που χάνει σημαντικά χαρακτηριστικά εθνικής κυριαρχίας, στο βωμό του χρέους. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει στις αγορές για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και θα εξαρτάται πλήρως από τη διάθεση των εταίρων-πιστωτών μας. Δεν σκοτώσαμε το τέρας του χρέους, απλώς το κοιμίσαμε για λίγο καιρό. Κανένας δεν θα δανείσει όταν είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι θα ξαναγίνει αναδιάρθρωση (ίσως και περισσότερες από μια) με μεγάλη απομείωση κεφαλαίου για να καταστεί το χρέος βιώσιμο. Δεν βάλαμε πάτο στο βαρέλι, απλώς επιμηκύναμε το βαρέλι.