Tuesday 12 June 2012

Της Δραχμής τα καμώματα τα βλέπει το Ευρώ και γελά.


Δημοσιεύτηκε στο Protagon

Έχουν περάσει λίγα χρόνια από τότε που είπαμε αντίο στην Δραχμή. Πάρα πολλοί θυμούνται με νοσταλγία τα τελευταία χρόνια της Δραχμής, κυρίως το 1998-2001, τότε που αγόραζαν μετοχές από τις παραλίες και ο Γενικός Δείκτης του χρηματιστηρίου Αθηνών ξεπέρναγε τις 6000 μονάδες. Σήμερα του λείπει ένα μηδενικό και κάτι ψιλά. Εγώ θα θυμίσω πως ήταν η οικονομική ζωή στην Ελλάδα της Δραχμής την δεκαετία της μεγάλης σοσιαλιστικής αλλαγής του 80 και 90. Πως γινόντουσαν οι συναλλαγές τότε που είχαμε υπερήφανη ανεξάρτητη εθνική νομισματική πολιτική. Οι πέντε σκηνές που περιγράφω  δεν είναι από Ελληνικές ταινίες του 1950 με την Βασιλειάδου. Είναι η πραγματικότητα μέχρι περίπου τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ας τις δούμε μια μια.
Σκηνή Α. Ο σερβιτόρος στην παραλιακή ταβέρνα όμορφου κυκλαδίτικου νησιού φέρνει το λογαριασμό σε πελάτες που μιλάνε ξενικά. Βγάζουν ένα χιλιάρικο να πληρώσουν και ο σερβιτόρος σε σπαστά αγγλικά απαντά «Νο ντράχμα, γκιβ γιου μπετερ ιν ντόλαρς ορ τζέρμαν μάρκα».
Σκηνή Β. Το Ντάτσουν σταμάτησε στην άκρη του δρόμου. Ξεσκέπασε την καρότσα και εμφανίστηκαν υπέροχες μπανάνες, 400 Δρχ το κιλό.
Σκηνή Γ. Η γερόντισσα απάντησε το κουδούνι της πόρτας σε ένα μικρό χωριό της Πελοποννήσου. Ήταν ο τοπικός «άρχοντας». Ήρθε να πάρει το έμβασμα που είχε στείλει ο ξενιτεμένος γιός της στην μάνα του. Πλήρωνε πάντα καλύτερα από την επίσημη ισοτιμία στις τράπεζες. Μέχρι και 5-10δρχ στο μάρκο από τις «κλέφτρες»τράπεζες.
Σκηνή Δ. Ο πατέρας δίπλωνε το κατοσταδόλλαρο σε ένα μαύρο καρμπόν προτού το βάλει με προσοχή σε φάκελο για να το ταχυδρομήσει στον γιό του που σπούδαζε στη Βουλγαρία ιατρική.
Σκηνή Ε. Ένας συλλέκτης γραμματοσήμων απορεί με την υψηλή τιμή της σειράς Ανασυγκρότησης του 1951. Είχε τριπλασιαστεί μέσα σε ένα χρόνο.
Αν σας φαίνονται περίεργες οι σκηνές αυτές η εξήγηση τους βρίσκετε στην πραγματικότητα της Δραχμής και της δήθεν ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής. Έχουμε λοιπόν:
 
Σκηνή Α. Ο σερβιτόρος όπως και πολλοί άλλοι μαζεύαν το ξένο σκληρό νόμισμα για δύο λόγους. Πρώτον γιατί έκανε προσεκτική διαχείριση των χρημάτων του. Δεν ήταν κεφαλαιούχος ούτε εισοδηματίας. Μεροκαματιάρης ήταν και πληρωνόταν σε Δραχμές. Το 1983 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ υποτίμησε την δραχμή κατά 15% (Υπουργός Αρσένης). Είναι η πρώτη απότομη υποτίμηση της Δραχμής από την εποχή του Μαρκεζίνη με την μεγάλη κατά 50% υποτίμηση της Δραχμής το 1953. Το 1985 με σύνθημα «για ακόμα καλύτερες μέρες» το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές και υποτιμά την δραχμή ξανά κατά 15%. Έκτοτε ή υποτίμηση θα γίνει ντεμοντέ και θα εισαχθεί η περίφημη πολιτική της διολίσθησης. Οι δραχμές υποτιμώντουσαν κανονικά  και με τον νόμο κάθε μήνα περί το 1% έναντι του δολλαρίου. Με αυτό τον αργό ρυθμό πολύς κόσμος δεν καταλάβαινε πως και πόσο το κράτος τον έκλεβε. Σαν να μην έφτανε αυτό ο πληθωρισμός έτρεχε κατά μέσο όρο με 20% ετησίως. Με αυτά τα δεδομένα ο μεροκαματιάρης σερβιτόρος προσπαθούσε να σώσει την αγοραστική αξία των χρημάτων του κάνοντας λίγη μαύρη αγορά συναλλάγματος. Η επόμενη υποτίμηση θα γίνει επί ημερών Σημίτη (1998) και θα είναι 14%.
Ο δεύτερος λόγος που ζητούσε συνάλλαγμα αντί για δραχμές ήταν καθαρά κερδοσκοπικός όπως θα λέγανε πολλοί. Αγόραζε τα μάρκα από τους τουρίστες και τα μεταπουλούσε στην μαύρη αγορά με κέρδος. Έτσι συμπλήρωνε και λίγο στο εισόδημα του.
Σκηνή Β. Οι μπανάνες ήταν προστατευμένο προϊόν. Οι εισαγωγές από το εξωτερικό είχαν απαγορευθεί για να προστατευτούν οι παραγωγοί της Κρήτης και για να μήν ξοδευτεί πολύτιμο συνάλλαγμα σε ανούσιες και μή αναγκαίες εισαγωγές. Υπήρχε επίσης και δασμός σε είδη πολυτελείας όπως και στα αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, υπολογιστές κλπ.  Πως λοιπόν είχαν βρεθεί μπανάνες πάνω στο Ντάτσουν? Η εξήγηση εμπεριέχει το δαιμόνιο του Έλληνα. Ένα καράβι είχε φέρει λαθραία ένα φορτίο μπανάνες. Λίγες μίζες στο τελωνείο και στο λιμενικό και νάσου οι μπανάνες. Ο Χαρίλαος Τρικούπης είχε πει κάποτε πως πρέπει να κάνουμε τον Έλληνα έμπορο γιατί αλλιώς θα γίνει λαθρέμπορος. Μάλλον είχε δίκιο.

Σκηνή Γ. Τα χρήματα που στέλνανε οι μετανάστες στις οικογένειες τους τα μάζευαν διάφοροι επιτήδειοι, πολλές φορές αστυνομικοί, τραπεζικοί αλλά και κάθε είδους τοπικοί προύχοντες. Πολλές φορές ο λόγος ήταν ο ίδιος με αυτόν του σερβιτόρου στην σκηνή Β αλλά εδώ υπήρχε και ένας διαφορετικός πιο οργανωμένος. Πολλοί Έλληνες ήθελαν να βγάλουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό όπως και τώρα. Όμως δεν μπορούσαν όπως τώρα που γίνετε με μία απλή διατραπεζική εντολή. Υπήρχαν μεγάλοι περιορισμοί στην διακίνηση κεφαλαίων. Έτσι λοιπόν το μεταναστευτικό συνάλλαγμα μαζευόταν, γινόταν πακετάκια και ταξίδευε αεροπορικώς σε ελβετικούς ή άλλους παραδείσους. Η τρόποι εξαγωγής ήταν πολλοί. Από διπλούς πάτους σε βαλίτσες, συνοδεία μιλημένων και πληρωμένων αστυνομικών στο αεροδρόμιο, μέχρι διπλωματικούς σάκους είχε ακουστεί. Όλα αυτά φυσικά με το αζημίωτο. Η διαφορά μεταξύ της επίσημης ισοτιμίας και αυτή της μαύρης ή ελεύθερης αγοράς όπως την ονομάζανε μπορεί να ήταν και 10-15%.
Υπήρχε λοιπόν αρκετό περιθώριο για να πληρωθούν όλοι οι ενδιάμεσοι, από τον σερβιτόρο μέχρι τον τελωνειακό. Κάπως έτσι κατατέθηκαν τα 2 εκατομμύρια δολλάρια σε λογαριασμό του τότε αντιπροέδρου της κυβερνήσεως (Κουτσόγιωργα) στην Ελβετία για να καλύψει με νόμο τα λεφτά που είχε κλέψει ο Κοσκωτάς. Αυτός ο θεσμός του αντιπρόεδρου της κυβερνήσεως πρέπει να είναι στοιχειωμένος (βλ Τσοχατζόπουλος).
Σκηνή Δ. Την εποχή εκείνη της ηρωικής Δραχμής υπήρχαν τρία συναλλάγματα που μπορούσες να πάρεις από την ΤτΕ. Το τουριστικό, το επαγγελματικό και το φοιτητικό. Επιτρεπόταν δηλαδή να πάρεις μαζί σου μόνο ένα συγκεκριμένο ποσό που κυμαινόταν από 200 έως 500 δολλάρια ανά ενήλικα και λιγότερο για ανήλικα παιδιά όσο αφορά το τουριστικό. Φυσικά  υπήρχε κλίμακα ανάλογα με το πού ταξίδευες. Τα όρια ήταν διαφορετικά αν επρόκειτο για την Γερμανία ή για την Βουλγαρία. Για επαγγελματικό ταξίδι ήταν κάτι παραπάνω ενώ για φοιτητικό συνάλλαγμα προσκόμιζες την εγγραφή σου για να πάρεις άδεια. Πολλοί λοιπόν γονείς προμηθευόντουσαν το κατοσταδόλλαρο όπως περιέγραψα προηγουμένως και το ταχυδρομούσαν ως συμπληρωματικό χαρτζιλίκι στο παιδί τους. Το κόλπο όμως το γνώριζαν πολλοί ταχυδρομικοί διανομείς, Έλληνες και ξένοι που προσπαθούσαν να δούνε αν το γράμμα είχε μέσα χαρτονόμισμα βάζοντάς το δίπλα σε ισχυρή λάμπα. Για το λόγο αυτό εσώκλειαν τα χαρτονομίσματα σε μαύρο καρμπόν.

Σκηνή Ε. Ένας διαφορετικός τρόπος να βγάλουν χρήματα στο εξωτερικό ήταν για μια εποχή τα γραμματόσημα. Ιδίως των σειρών του 1950. Αντί να κρύψεις χρήματα στην βαλίτσα σου αγόραζες γραμματόσημα που είχαν ζήτηση στο εξωτερικό. Η επινοητικότητα των Ελλήνων δεν είχε ούτε έχει όρια όταν πρόκειται για επιβίωση ή για να παρακάμψουν νόμους.
Θα μπορούσα να αναφέρω και άλλες ωραίες ιστορίες όπως αυτή του κατοστάρικου όταν η ΤτΕ απαγόρευσε την επίσημη εξαγωγή και άρα εισαγωγή των χιλιάρικων και πεντοχίλιαρων για να προστατεύσει το εθνικό νόμισμα. Οι διάφοροι αετονύχηδες ταμίες των τραπεζών μάζευαν κρυφά τα κατοστάρικα και τα πουλούσαν 101-103 δραχμές το ένα. Αυτά τα ωραία και τραγελαφικά ήταν η πραγματικότητα της ανεξάρτητης Δραχμής. Εισαγωγές με το σταγονόμετρο, δασμοί, πληθωρισμός, υποτιμήσεις και μαύρη αγορά. Υπήρχε και ειδική υπηρεσία. Η ΥΠΕΝ! Υπηρεσία Προστασίας Εθνικού Νομίσματος. Φυσικά μαζί με τον περιορισμό στην διακίνηση κεφαλαίων έρχεται και ο περιορισμός στην ελεύθερη διακίνηση αγαθών, υπηρεσιών αλλά και πολιτών και εργαζομένων. Όσοι λένε ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε γυρνώντας στην δραχμή ας ρωτήσουν καλύτερα τους παλιότερους και βετεράνους στις υποτιμήσεις εσωτερικές ή άλλες. Ίσως να ακούσουν ακόμα πιο υπέροχες και τριτοκοσμικές ιστορίες από αυτές που περιέγραψα εδώ.
Ἀνδρέας Κούτρας